για σένα~
και έρχεται η στιγμή που η ζωή σου φοράει με το ζόρι τα γυαλιά ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΣ, για να συνειδητοποιήσεις όσα δεν είχες καταλάβει μέχρι σήμερα...
όλα γίνονται ξαφνικά τόσο ξεκάθαρα~τόσο απλά! ένα λεπτό φτάνει, μία λέξη~μία πράξη~ ένα απλό τράνταγμα για να σε επαναφέρει στην δική σου πραγματικότητα_ και είναι τόσο ωραίο να βλέπεις επιτέλους τι σου γίνεται, να καταλαβαίνεις ποιος και τι έχει σημασία στη ζωή σου, ποιος σε κάνει να πηγαίνεις μπροστά και ποιος σε θάβει στο αιώνιο σκοτάδι...
Εγώ λοιπόν θέλω να αφιερώσω αυτό το νυχτερινό μου άρθρο σε κάποιον που είναι εδώ και με άντεξε...στα πολύ δύσκολα και στα πολύ χαζοχαρούμενα μου,
ήταν εκεί και με επανέφερε όταν χρειάστηκε...πήρε το βάρος στις πλάτες του και ήταν πρόθυμος να κουβαλήσει το "κουρασμένο μου σώμα". Ήταν εκεί και με έκανε να ξαναχαμογελάσω με την καρδιά μου, να επιστρέψω πίσω σε μένα, να ξαναπιστέψω!!! Δεν έχει σημασία πόσο σε ξέρω,δεν έχει σημασία για το πόσο θα με έχεις δίπλα σου...θα σου ζητήσω ακόμια μια χάρη...
"Ταξίδεψε με, πήγαινε με μακριά εκεί που ο ουρανός δροσίζεται στα νερά σου και παίζει με τα κύματα. Εκεί που ο ήλιος βυθίζεται και κολυμπά σαν παιδί. Μου είπαν κάποιοι γλάροι που πετούσαν χαμηλά, πως ο ήλιος παρέα με τις ακτίνες του, ανακάλυψε υπόγεια ρεύματα και κρύβεται τα βράδια σε σπηλιές πειρατών με ατέλειωτες ιστορίες στους τοίχους γραμμένες. Εκεί θέλω να πάω και μετά να φτάσω εκεί που το φεγγάρι κάνει πατητές στην νύχτα και γελά, καθήμενο λαμπρό στον θρόνο του τα βράδια.
Με ένα καράβι, χάρτινο, ροζ, θέλω να πάω εκεί που είπαν πως δεν μπορώ να φτάσω.
Να έχω ένα αμπάρι γεμισμένο με όνειρα και χαμόγελα. Να ρίξω και σκοινιά για να πιαστώ, αν το κύμα αυτού του κόσμου με πάει εκεί που ποτέ δεν θέλησα να πάω, σε τόπους ψεύτικους, με ανθρώπους “βρώμικους” που όταν λένε “Σ’αγαπώ” η καρδιά τους δεν χτυπά και τα χείλη τους κανένα φιλί δεν περιμένουν. Θέλω να πάω εκεί που υπάρχουν δίνες που “πνίγουν” το ψέμα και καρποί δέντρων που σε κάνουν να θες όλο τον κόσμο να βοηθάς.
Δεν θα βουλιάξει. Μην το πεις. Όχι! Μη! Δεν θα βουλιάξει.
Ότι φτιάχνεται με αγάπη η θάλασσα δεν το φθονεί και δεν το θέλει τρόπαιο για το βυθό της. Θες να έρθεις μαζί; Αν θέλεις έλα, μα δεν θα πάω στην Ιθάκη. Εκεί πάνε όλοι ή τουλάχιστον εκεί θέλουν να πάνε. Σε μια Ιθάκη ουτοπική, γεμάτη από όσα προσδοκούν. Δεν πάω εκεί. Θες να έρθεις μαζί μου; Θα πάμε κάπου ήσυχα και στην διαδρομή θα παίξουμε με τα δελφίνια. Θέλω να πάω. Αν θέλεις έλα.
Αν δεν μπορείς, αν δεν σου κάνει, πήγαινε και εσύ στην Ιθάκη, δεν με πειράζει αλήθεια! Δεν θα στεναχωρηθώ. Και αν δω κάνα δάκρυ να ξεφεύγει θα το κρύψω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Μα επέτρεψε μου εγώ θα τολμήσω. Θα πάω αλλού. Εκεί που μου είπες πως ποτέ δεν θα φτάσω. Γιατί εγώ δεν πιστεύω στην Ιθάκη. Δεν είμαι ο Οδυσσέας καταλαβαίνεις … εγώ δεν πέρασα πολλά.
Εγώ πιστεύω στα όνειρα. Και τα όνειρα με πρόσταξαν να μπω στο ροζ μου πλοίο, να αφήσω το χαρτί να με πηγαίνει εκεί που πρέπει και να χαμογελώ. Θες να έρθεις μαζί μου; Αν θέλεις έλα. Και έχε για εισιτήριο ένα όνειρο. Τρελό… όπως το ροζ μου πλοίο.
Α! Άκου και αυτό και μην ξεχνάς … “το σκοτάδι του ενός, δυο μαζί το κάνουν φως”.
Φιλιά γλυκό μου δειλινό… ήρθε η ώρα να σαλπάρω!"